Entusiástico στα ελληνικά
Μετάφραση: entusiástico, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δελεάζω, παρασύρω, ενθουσιασμένος, έντονος, έντονο, πρόθυμοι, επιθυμεί, έντονη
Μεταφράσεις
- entupir στα ελληνικά - κωλυσιεργώ, παρακωλύω, προμηθεύομαι, αποκτώ, τσόκαρο, εμποδίζω, βουλώνω, ...
- entusiasmo στα ελληνικά - ενθουσιασμός, ενθουσιασμένος, ενθουσιασμό, τον ενθουσιασμό, ενθουσιασμού, ο ενθουσιασμός
- então στα ελληνικά - μετά, τόσο, τότε, θεωρία, έτσι, έπειτα, στη συνέχεια, ...
- enumerar στα ελληνικά - απαριθμώ, απαριθμήσει, απαριθμήσω, απαριθμούν, απαριθμηθούν
Τυχαίες λέξεις
Entusiástico στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δελεάζω, παρασύρω, ενθουσιασμένος, έντονος, έντονο, πρόθυμοι, επιθυμεί, έντονη
Μεταφράσεις: δελεάζω, παρασύρω, ενθουσιασμένος, έντονος, έντονο, πρόθυμοι, επιθυμεί, έντονη