Expedição στα ελληνικά
Μετάφραση: expedição, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκστρατεία, διασκορπίζω, απελαύνω, αποβάλλω, αποστολή, αποστολής, εκστρατείας, expedition
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- expediente στα ελληνικά - θεραπεύω, παστώνω, αποκαθιστώ, επανορθώνω, αλατίζω, καπνίζω, τέχνασμα, ...
- expedir στα ελληνικά - μπροστινός, ανέντιμος, απαίσιος, βρόμικος, μπρος, εμπρός, έκδοση, ...
- expelir στα ελληνικά - αποβάλλω, έξοδα, απελαύνω, απελάσει, αποβάλει, απελαύνουν, αποβάλλει, ...
- experiente στα ελληνικά - πειραματίζομαι, πείραμα, έμπειρος, βιώσει, έμπειρους, παρουσίασαν, έμπειρο
Τυχαίες λέξεις
Expedição στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκστρατεία, διασκορπίζω, απελαύνω, αποβάλλω, αποστολή, αποστολής, εκστρατείας, expedition
Μεταφράσεις: εκστρατεία, διασκορπίζω, απελαύνω, αποβάλλω, αποστολή, αποστολής, εκστρατείας, expedition