Inesperado στα ελληνικά
Μετάφραση: inesperado, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιφνίδιος, μυτερός, οξυδερκής, κοφτερός, κοφτός, απροσδόκητος, απροσδόκητη, απροσδόκητο, απροσδόκητες, απρόσμενη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inerte στα ελληνικά - αδρανής, αδρανή, αδρανούς, αδρανές, αδρανείς
- inesperada στα ελληνικά - απροσδόκητα, απροσδόκητος, απροσδόκητη, απροσδόκητο, απροσδόκητες, απρόσμενη
- infalivelmente στα ελληνικά - τέλεια, νεκρός, τελείως, πεθαμένος, απολύτως, αλαθητώς, infallibly, ...
- infantaria στα ελληνικά - πεζικό, μολύνω, πόδι, πεζικού, του πεζικού, το πεζικό, στο πεζικό
Τυχαίες λέξεις
Inesperado στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιφνίδιος, μυτερός, οξυδερκής, κοφτερός, κοφτός, απροσδόκητος, απροσδόκητη, απροσδόκητο, απροσδόκητες, απρόσμενη
Μεταφράσεις: αιφνίδιος, μυτερός, οξυδερκής, κοφτερός, κοφτός, απροσδόκητος, απροσδόκητη, απροσδόκητο, απροσδόκητες, απρόσμενη