Instrutor στα ελληνικά

Μετάφραση: instrutor, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργαλείο, δάσκαλος, όργανο, εκπαιδευτής, εκπαιδευτή, εκπαιδευτικός, διδάσκοντος
Instrutor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • instruir στα ελληνικά - διδάσκω, αναθέσει, να αναθέσει, δώσει εντολή, αναθέσει στην, έδωσε εντολή
  • instrumento στα ελληνικά - όργανο, εργαλείο, μέσο, μέσου, πράξη
  • instrução στα ελληνικά - μόρφωση, κατεύθυνση, δάσκαλος, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, ...
  • insultar στα ελληνικά - κατάχρηση, ασφάλεια, προσβάλλω, λοιδορώ, λοιδορία, καταχρώμαι, ασφάλιση, ...
Τυχαίες λέξεις
Instrutor στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργαλείο, δάσκαλος, όργανο, εκπαιδευτής, εκπαιδευτή, εκπαιδευτικός, διδάσκοντος