Intitular στα ελληνικά
Μετάφραση: intitular, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
είσοδος, ύφος, σημαίνω, επιθυμία, τηλεφωνώ, καημός, κλήση, όνομα, τιτλοφορώ, ονομάζω, εμφαίνω, στύλος, υποδηλώ, ονομασία, το δικαίωμα, δικαίωμα, εξουσιοδοτούν, δίνει το δικαίωμα, παρέχουν το δικαίωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- intimação στα ελληνικά - ήλιος, κλήτευση, κλήση, κλήτευσης, κλήση που, κλήτευση να εμφανιστεί ενώπιον
- intimidar στα ελληνικά - εκφοβίζω, εκφοβίσει, εκφοβίσουν, εκφοβισμό, εκφοβίζουν, εκφοβίζει
- intoxicação στα ελληνικά - μέθη, δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, μέθης, δηλητηρίαση από
- intrigar στα ελληνικά - εισάγω, συστήνω, ίντριγκα, ίντριγκες, ίντριγκας, δολοπλοκία, δολοπλοκίας
Τυχαίες λέξεις
Intitular στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: είσοδος, ύφος, σημαίνω, επιθυμία, τηλεφωνώ, καημός, κλήση, όνομα, τιτλοφορώ, ονομάζω, εμφαίνω, στύλος, υποδηλώ, ονομασία, το δικαίωμα, δικαίωμα, εξουσιοδοτούν, δίνει το δικαίωμα, παρέχουν το δικαίωμα
Μεταφράσεις: είσοδος, ύφος, σημαίνω, επιθυμία, τηλεφωνώ, καημός, κλήση, όνομα, τιτλοφορώ, ονομάζω, εμφαίνω, στύλος, υποδηλώ, ονομασία, το δικαίωμα, δικαίωμα, εξουσιοδοτούν, δίνει το δικαίωμα, παρέχουν το δικαίωμα