Lama στα ελληνικά
Μετάφραση: lama, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λασπωμένος, ιλύς, ιλυώδης, βόρβορος, λασπώδης, λάσπη, λάσπης, ιλύος, τη λάσπη, λάσπες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- laia στα ελληνικά - τακτοποιώ, καλός, δελτίο, ποικιλία, μορφή, είδος, ευγενικός, ...
- laje στα ελληνικά - κλίνω, πλάκα, γέρνω, πλάκας, πλακών, της πλάκας, πλάκες
- lamas στα ελληνικά - βρομιά, γλίτσα, κοπριά, βόρβορος, λάσπη, ιλύος, λάσπης, ...
- lamber στα ελληνικά - καπάκι, νικώ, σκέπασμα, γλείφω, συντρίβω, γλείψιμο, lick, ...
Τυχαίες λέξεις
Lama στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λασπωμένος, ιλύς, ιλυώδης, βόρβορος, λασπώδης, λάσπη, λάσπης, ιλύος, τη λάσπη, λάσπες
Μεταφράσεις: λασπωμένος, ιλύς, ιλυώδης, βόρβορος, λασπώδης, λάσπη, λάσπης, ιλύος, τη λάσπη, λάσπες