Medicina στα ελληνικά

Μετάφραση: medicina, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιατρική, φάρμακο, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
Medicina στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • medicamento στα ελληνικά - φάρμακο, ιατρική, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
  • medicar στα ελληνικά - καπνίζω, κέρασμα, κερνώ, θεραπεύω, παστώνω, μεταχειρίζομαι, αλατίζω, ...
  • medida στα ελληνικά - καταμέτρηση, κρέας, διάβημα, βήμα, σάρκα, μέτρηση, μέτρο, ...
  • medido στα ελληνικά - μετράται, μετρούμενη, μετρηθεί, μετρώνται, μετριέται
Τυχαίες λέξεις
Medicina στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιατρική, φάρμακο, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου