Nocividade στα ελληνικά
Μετάφραση: nocividade, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενόχληση, πόνος, σκοτίζομαι, ενοχλώ, κόπος, μπελάς, ενοχλούμαι, βλαβερότης, βλαβερότητος, βλαβερότητας, επιβλαβών ιδιοτήτων, βλαβερότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- no στα ελληνικά - πάνω, ανοιχτός, ανοίγω, ανοικτός, σε, εγκαινιάζω, επί, ...
- nobre στα ελληνικά - αβρός, συμπαγής, άξιος, στερεός, κανείς, ευγενής, ευγενή, ...
- nocivo στα ελληνικά - βλαβερός, επιβλαβής, επιβλαβείς, επιβλαβών, επιβλαβή, βλαβερές
- nogueira στα ελληνικά - περιφέρομαι, τριγυρίζω, καρυδιά, ξύλο καρυδιάς, καρύδι, καρυδιάς, καρυδιές
Τυχαίες λέξεις
Nocividade στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενόχληση, πόνος, σκοτίζομαι, ενοχλώ, κόπος, μπελάς, ενοχλούμαι, βλαβερότης, βλαβερότητος, βλαβερότητας, επιβλαβών ιδιοτήτων, βλαβερότητα
Μεταφράσεις: ενόχληση, πόνος, σκοτίζομαι, ενοχλώ, κόπος, μπελάς, ενοχλούμαι, βλαβερότης, βλαβερότητος, βλαβερότητας, επιβλαβών ιδιοτήτων, βλαβερότητα