Pânico στα ελληνικά
Μετάφραση: pânico, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρομάζω, πανικοβάλλω, εκφοβίζω, λαχανιάζω, πανικός, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pássaro στα ελληνικά - πουλί, κόμματος, πτηνών, πουλιών, των πτηνών, πτηνό
- pátio στα ελληνικά - αυλή, χασμουριέμαι, δικαστήριο, προαύλιο, χασμουρητό, ερωτοτροπώ, πλακόστρωτη εσωτερική αυλή, ...
- pântano στα ελληνικά - έλος, βάλτος, μαζεύω, τέλμα, βάλτο, βάλτου
- pântanos στα ελληνικά - βάλτος, έλος, έλη, βάλτους, βάλτων, βάλτοι, ελών
Τυχαίες λέξεις
Pânico στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρομάζω, πανικοβάλλω, εκφοβίζω, λαχανιάζω, πανικός, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός
Μεταφράσεις: τρομάζω, πανικοβάλλω, εκφοβίζω, λαχανιάζω, πανικός, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός