Par στα ελληνικά

Μετάφραση: par, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιεργάζομαι, ζεύω, ομότιμος, όμοιος, σπιθαμή, ζευγάρι, ζεύγος, ζεύγους, ζευγών, ζεύγη
Par στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • papeleta στα ελληνικά - λογαριασμός, παρατηρώ, πίνακας, κάρτα, αφίσα, νομοσχέδιο, ράμφος, ...
  • paquistão στα ελληνικά - μέγαρο, παλάτι, ανάκτορο, Πακιστάν, pakistan, το Πακιστάν, του Πακιστάν
  • para στα ελληνικά - για, προς, σε, πετσέτα, να, με
  • parada στα ελληνικά - κρουσταλλιάζω, καταψύχω, σταματώ, παγώνω, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Par στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιεργάζομαι, ζεύω, ομότιμος, όμοιος, σπιθαμή, ζευγάρι, ζεύγος, ζεύγους, ζευγών, ζεύγη