Polir στα ελληνικά

Μετάφραση: polir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βερνίκι, στιλβώνω, λούστρο, γυαλίζω, λουστράρω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Polir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • policial στα ελληνικά - αστυφύλακας, αστυνόμος, στέλεχος, αξιωματικός, μπάτσος, COP, αστυνομικός, ...
  • polido στα ελληνικά - πολιτικός, λείος, δίχτυ, ευγενικός, γυαλισμένο, γυαλισμένη, γυαλισμένα, ...
  • poltrona στα ελληνικά - πολυθρόνα, καθίσματα, πολυθρόνας, καρέκλα, πολυθρόνες
  • poluição στα ελληνικά - ρύπανση, μόλυνση, μίασμα, ρύπανσης, της ρύπανσης, τη ρύπανση
Τυχαίες λέξεις
Polir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βερνίκι, στιλβώνω, λούστρο, γυαλίζω, λουστράρω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά