Preceder στα ελληνικά
Μετάφραση: preceder, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τιμαλφής, πολύτιμος, προηγούμαι, προηγούνται, προηγείται, να προηγείται, προηγείται της, να προηγηθεί
Μεταφράσεις
- preceda στα ελληνικά - πολύτιμος, τιμαλφής, προηγούμαι, προηγούνται, προηγείται, να προηγείται, προηγείται της, ...
- precedente στα ελληνικά - πρώην, παλαιός, προηγούμενος, διαρκώ, γέρος, προηγούμενα, κάποτε, ...
- preceito στα ελληνικά - κανονισμός, υπαγορεύω, ρύθμιση, ιθύνω, αποφασίζω, βασιλεύω, κανόνας, ...
- precioso στα ελληνικά - επισπεύδω, πολύτιμος, τιμαλφής, σπάνιος, πολύτιμα, πολύτιμο, πολύτιμων, ...
Τυχαίες λέξεις
Preceder στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τιμαλφής, πολύτιμος, προηγούμαι, προηγούνται, προηγείται, να προηγείται, προηγείται της, να προηγηθεί
Μεταφράσεις: τιμαλφής, πολύτιμος, προηγούμαι, προηγούνται, προηγείται, να προηγείται, προηγείται της, να προηγηθεί