Proveitoso στα ελληνικά
Μετάφραση: proveitoso, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξυπηρετικός, επικερδής, κερδοφόρος, κερδοφόρα, κερδοφόρες, επικερδείς
![Proveitoso στα ελληνικά Proveitoso στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-pt-gr-6416.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- provavelmente στα ελληνικά - πρόβλημα, κρίνος, πιθανά, πιθανότατα, πιθανότερο, πιο πιθανό, πολύ πιθανό, ...
- proveito στα ελληνικά - κέρδος, απολαβές, απολαβή, δίχτυ, αποδοχές, ωφέλεια, πλεονέκτημα, ...
- provento στα ελληνικά - απολαβή, εισόδημα, πρόσοδοι, έσοδα, προϊόν, εσόδων, προχωρά
- prover στα ελληνικά - προμήθεια, καθιστώ, προνοώ, παρέχω, προσφέρω, επιπλώνω, παροχή, ...
Τυχαίες λέξεις
Proveitoso στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξυπηρετικός, επικερδής, κερδοφόρος, κερδοφόρα, κερδοφόρες, επικερδείς
Μεταφράσεις: εξυπηρετικός, επικερδής, κερδοφόρος, κερδοφόρα, κερδοφόρες, επικερδείς