Químico στα ελληνικά
Μετάφραση: químico, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαρμακοποιός, χημικός, χημική ουσία, χημική, χημικών, χημικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- quão στα ελληνικά - όπως, συμπαθώ, αρέσω, σαν, πως, πώς, ρουφώ, ...
- química στα ελληνικά - χημεία, χημείας, η χημεία, της χημείας, τη χημεία
- rabo στα ελληνικά - ουρά, ουράς, της ουράς, την ουρά, πίσω
- rachadura στα ελληνικά - ραγίζω, σπάζω, ρωγμή, ράγισμα, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, ...
Τυχαίες λέξεις
Químico στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαρμακοποιός, χημικός, χημική ουσία, χημική, χημικών, χημικές
Μεταφράσεις: φαρμακοποιός, χημικός, χημική ουσία, χημική, χημικών, χημικές