Recentemente στα ελληνικά

Μετάφραση: recentemente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποθανών, σηκός, αργός, αργά, πρόσφατα, όψιμος, προσφάτως, τελευταία, πρόσφατη
Recentemente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • receitar στα ελληνικά - διατάσσω, προβλέπω, παραγραφή, ορίζω, συνταγογραφήσει, συνταγογραφούν, προδιαγράψει, ...
  • recente στα ελληνικά - πρόσφατα, ζωντανός, φρέσκος, πρόσφατος, νωπός, δροσερός, πρόσφατη, ...
  • receptor στα ελληνικά - παραλήπτης, υποδοχέα, υποδοχέων, υποδοχέας, του υποδοχέα, δέκτη
  • rechaçar στα ελληνικά - απόρριψη, απορρίπτω, απωθούν, αποκρούσει, απωθήσουν, αποκρούουν, απώθηση
Τυχαίες λέξεις
Recentemente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποθανών, σηκός, αργός, αργά, πρόσφατα, όψιμος, προσφάτως, τελευταία, πρόσφατη