Sacar στα ελληνικά

Μετάφραση: sacar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βία, δύναμη, σέρνω, εξαναγκάζω, έλκω, τράβηγμα, επισύρω, τραβώ, ζωγραφίζω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει
Sacar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • saca στα ελληνικά - τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
  • sacada στα ελληνικά - μπαλκόνι, μπαλκόνι με, βεράντα, το μπαλκόνι, μπαλκόνι και
  • sacarina στα ελληνικά - σακχαρίνη, ζαχαρίνη, σακχαρίνης, η σακχαρίνη, σακχαρινικό
  • sacerdotal στα ελληνικά - ιερατικός, ιερατική, ιερατικά, ιερατικής, ιερατικό
Τυχαίες λέξεις
Sacar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βία, δύναμη, σέρνω, εξαναγκάζω, έλκω, τράβηγμα, επισύρω, τραβώ, ζωγραφίζω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει