Sustento στα ελληνικά

Μετάφραση: sustento, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατώ, εξακολουθώ, κατακρατώ, βιοπορισμός, ζην, το ζην, διαβίωσης, προς το ζην
Sustento στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sustentar στα ελληνικά - τρέφω, διατείνομαι, εξακολουθώ, συμπαράσταση, υποστηρίζω, εχθρός, κατακρατώ, ...
  • sustentação στα ελληνικά - υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, συμπαράσταση, ανελκυστήρας, ανύψωση, ασανσέρ, ...
  • sutura στα ελληνικά - χελιδόνι, καταπίνω, ραφή, ράμμα, ράμματος, ράμματα, ραμμάτων
  • suturar στα ελληνικά - ραφή, χελιδόνι, καταπίνω, ράμμα, ράμματος, ράμματα, ραμμάτων
Τυχαίες λέξεις
Sustento στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατώ, εξακολουθώ, κατακρατώ, βιοπορισμός, ζην, το ζην, διαβίωσης, προς το ζην