Îmbrăcăminte στα ελληνικά

Μετάφραση: îmbrăcăminte, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρούχο, ενδύματα, ένδυσης, ειδών ένδυσης, είδη ένδυσης, τα είδη ένδυσης
Îmbrăcăminte στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • zvon στα ελληνικά - φημολογία, φήμη, διάδοση, φήμες, η φήμη, τη φήμη, φήμης
  • zăpadă στα ελληνικά - χιονίζω, χιόνι, χιονιού, το χιόνι, χιόνια, του χιονιού
  • îmbunătăţi στα ελληνικά - βελτιώνω, τροποποιώ, βελτιώνομαι, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, ...
  • îmbunătăţire στα ελληνικά - βελτίωση, βελτίωσης, τη βελτίωση, βελτίωση της, η βελτίωση
Τυχαίες λέξεις
Îmbrăcăminte στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρούχο, ενδύματα, ένδυσης, ειδών ένδυσης, είδη ένδυσης, τα είδη ένδυσης