Ascultător στα ελληνικά
Μετάφραση: ascultător, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πειθήνιος, υπάκουος, ακροατής, ακροατή, ακρόασης, ακροατές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- asalt στα ελληνικά - επίθεση, βιαιοπραγία, επιτίθεμαι, προσβολή, επίθεσης, επιθέσεων, κακοποίηση
- ascensiune στα ελληνικά - ανάβαση, αύξηση, ανατέλλω, αυξάνομαι, ορθώνομαι, ανόδου, άνοδο, ...
- ascunde στα ελληνικά - κρύβομαι, κρύβω, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν
- ase στα ελληνικά - έξι, έξη, των έξι, από έξι
Τυχαίες λέξεις
Ascultător στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πειθήνιος, υπάκουος, ακροατής, ακροατή, ακρόασης, ακροατές
Μεταφράσεις: πειθήνιος, υπάκουος, ακροατής, ακροατή, ακρόασης, ακροατές