Colecţie στα ελληνικά

Μετάφραση: colecţie, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσσώρευση, συναρμολόγηση, σύναξη, συρροή, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Colecţie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • col στα ελληνικά - γωνία, στριμώχνω, διάσελο, COL, στήλη, COL της Αρχής
  • colaj στα ελληνικά - κολάζ, κολλάζ, το κολάζ, του κολάζ, collage
  • colecţionar στα ελληνικά - συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
  • coleg στα ελληνικά - συνάδελφος, συνάδελφό, συνάδελφός, τον συνάδελφό, ο συνάδελφός
Τυχαίες λέξεις
Colecţie στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσσώρευση, συναρμολόγηση, σύναξη, συρροή, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης