Gravitate στα ελληνικά

Μετάφραση: gravitate, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρύτητα, σοβαρότητα, βαρύτητας, βάρους, σοβαρότητας
Gravitate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • graviditate στα ελληνικά - κύηση, κυοφορία, μητρότητα, εγκυμοσύνη, εγκυμοσύνης, της εγκυμοσύνης, κύησης
  • gravita στα ελληνικά - έλκομαι, κλίνουν, έλκονται, ελθεί, έλκεται
  • gravitaţie στα ελληνικά - βαρύτητα, σοβαρότητα, βαρύτητας, βάρους, σοβαρότητας
  • graţios στα ελληνικά - χαριτωμένα, χάρη, με χάρη, ομαλά, ομαλό
Τυχαίες λέξεις
Gravitate στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρύτητα, σοβαρότητα, βαρύτητας, βάρους, σοβαρότητας