Lacrimă στα ελληνικά

Μετάφραση: lacrimă, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάκρυ, σχίζω, σκίζω, σχίσιμο, σχίσει, σκιστεί, σχιστεί
Lacrimă στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lac στα ελληνικά - βερνικώνω, λίμνη, λίμνης, στη λίμνη, λίμνη της, Λέικ
  • lacom στα ελληνικά - άπληστος, κερδομανής, λαίμαργος, φιλάργυρος, άπληστοι, άπληστους, άπληστο, ...
  • lagună στα ελληνικά - λιμνοθάλασσα, λιμνοθάλασσας, λίμνη, στη λιμνοθάλασσα, λιμνοθάλασσα της
  • laic στα ελληνικά - κοσμικός, κοσμική, κοσμικό, κοσμικής, κοσμικού
Τυχαίες λέξεις
Lacrimă στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάκρυ, σχίζω, σκίζω, σχίσιμο, σχίσει, σκιστεί, σχιστεί