Minoritate στα ελληνικά

Μετάφραση: minoritate, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων
Minoritate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ministru στα ελληνικά - ιερέας, υπουργός, υπουργό, Υπουργού, ο υπουργός, Υπουργείο
  • minor στα ελληνικά - ασήμαντος, μικρός, ελάσσων, υπεξούσιος, ανήλικος, ήσσονος σημασίας, ανηλίκου, ...
  • mintal στα ελληνικά - πνευματικός, ψυχικός, διανοητικά, ψυχικά, πνευματικά, νοητική, νοητικά
  • minte στα ελληνικά - ψυχοσύνθεση, εγκέφαλος, φυλάξου, μυαλό, νους, υπόψη, νου, ...
Τυχαίες λέξεις
Minoritate στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων