Produce στα ελληνικά
Μετάφραση: produce, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράγω, προσκομίζω, παράγουν, παραγωγή, την παραγωγή, παράγει, παραχθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- proces στα ελληνικά - περιστατικό, κατεργάζομαι, υπόθεση, διαδικασία, επεξεργάζομαι, βαλίτσα, θήκη, ...
- procesiune στα ελληνικά - παρέλαση, πομπή, πομπής, περιφορά, λιτανεία, λιτάνευση
- producere στα ελληνικά - παραγωγή, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή
- productiv στα ελληνικά - παραγωγικός, παραγωγική, παραγωγικές, παραγωγικών, παραγωγικό
Τυχαίες λέξεις
Produce στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράγω, προσκομίζω, παράγουν, παραγωγή, την παραγωγή, παράγει, παραχθεί
Μεταφράσεις: παράγω, προσκομίζω, παράγουν, παραγωγή, την παραγωγή, παράγει, παραχθεί