Παράγω στα ρουμανικά
Μετάφραση: παράγω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
produce, procrea, procreeze, a procrea, procreare, procreează
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράγω
παράγω παράξω, παράγω αόριστος, παράγω αντώνυμο, παράγω ετυμολογία, παράγω κλίση, παράγω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, παράγω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- παράγοντας στα ρουμανικά - genă, factor, agent, factor de, factorul, factorului, factorul de
- παράγραφος στα ρουμανικά - paragraf, alineat, alineatul, punctul, alin
- παράγωγος στα ρουμανικά - derivat, derivat de, derivat al, derivatul, instrument derivat
- παράγων στα ρουμανικά - agent, agent de, agentul, agentului, de agent
Τυχαίες λέξεις
Παράγω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: produce, procrea, procreeze, a procrea, procreare, procreează
Μεταφράσεις: produce, procrea, procreeze, a procrea, procreare, procreează