Trecut στα ελληνικά
Μετάφραση: trecut, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρελθόν, περασμένος, το παρελθόν, τελευταία, παρελθόντος, τελευταίων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- treaptă στα ελληνικά - βήμα, βηματίζω, διάβημα, στάδιο, βαθμίδα, το βήμα, σταδίου
- trece στα ελληνικά - περνώ, πέρασμα, στενά, κυκλοφορώ, περάσει, περνούν, περάσουν, ...
- trecător στα ελληνικά - φυγόδικος, φυγάς, πέρασμα, διασταύρωσης, συνεργαζόμενος, διέρχεται, ψήφιση
- trei στα ελληνικά - τρία, τριάδα, τρεις, τριών, των τριών, τα τρία
Τυχαίες λέξεις
Trecut στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρελθόν, περασμένος, το παρελθόν, τελευταία, παρελθόντος, τελευταίων
Μεταφράσεις: παρελθόν, περασμένος, το παρελθόν, τελευταία, παρελθόντος, τελευταίων