Uşor στα ελληνικά
Μετάφραση: uşor, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύκολος, άνετος, εύκολη, εύκολο, εύκολα, πιο εύκολη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- utilitate στα ελληνικά - χρησιμότητα, βοηθητικό πρόγραμμα, χρησιμότητας, βοηθητικό, κοινής ωφέλειας
- uzină στα ελληνικά - εργοστάσιο, φυτεύω, φυτό, φυτών, φυτού, φυτικών
- uşura στα ελληνικά - διευκολύνω, άνεση, καταπραΰνω, ανακουφίζω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, ...
- uşă στα ελληνικά - πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, θυρών
Τυχαίες λέξεις
Uşor στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύκολος, άνετος, εύκολη, εύκολο, εύκολα, πιο εύκολη
Μεταφράσεις: εύκολος, άνετος, εύκολη, εύκολο, εύκολα, πιο εύκολη