Аварийный στα ελληνικά
Μετάφραση: аварийный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανώμαλος, επείγον, έκτακτης ανάγκης, επείγουσα, ανάγκης, επείγουσας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авантюристка στα ελληνικά - τυχοδιώκτρια, τυχοδιώκτης, adventuress
- авантюрный στα ελληνικά - επικίνδυνος, τολμηρός, ριψοκίνδυνος, παράτολμος, περιπετειώδη, περιπετειώδεις, τολμηροί, ...
- авария στα ελληνικά - ρήξη, ζημιά, πάταγος, βλάπτω, ατύχημα, προσκρούω, θύμα, ...
- авгур στα ελληνικά - οιωνοσκοπώ, μαντεύω, προοιωνίζομαι, μάντης, οιωνοσκόπος
Τυχαίες λέξεις
Аварийный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανώμαλος, επείγον, έκτακτης ανάγκης, επείγουσα, ανάγκης, επείγουσας
Μεταφράσεις: ανώμαλος, επείγον, έκτακτης ανάγκης, επείγουσα, ανάγκης, επείγουσας