Автоприцеп στα ελληνικά
Μετάφραση: автоприцеп, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νταλίκα, τροχόσπιτο, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автопокрышка στα ελληνικά - λάστιχο, ελαστικών αυτοκινήτων, ελαστικό αυτοκινήτου, ελαστικού αυτοκινήτου, λάστιχο αυτοκινήτου
- автопортрет στα ελληνικά - αυτοπροσωπογραφία, αυτοπροσωπογραφίας, αυτοπορτρέτο
- автор στα ελληνικά - συγγραφέας, δημιουργός, βωμός, συγγραφέα, Συντάκτης, συντάκτη, δημιουργού
- автореферат στα ελληνικά - θεωρητικός, σύνοψη, περίληψη, σύνοψη της υπόθεσης, υπόθεσης, της υπόθεσης
Τυχαίες λέξεις
Автоприцеп στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νταλίκα, τροχόσπιτο, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου
Μεταφράσεις: νταλίκα, τροχόσπιτο, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου