Алчность στα ελληνικά
Μετάφραση: алчность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απληστία, φιλαργυρία, τσιγκουνιά, αρπακτικότητα, βουλιμία, απληστίας, την απληστία, η απληστία, πλεονεξία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алхимик στα ελληνικά - αλχημεία, αλχημιστής, αλχημιστή, Alchemist, του Αλχημιστή, ο αλχημιστής
- алхимия στα ελληνικά - αλχημεία, αλχημείας, η αλχημεία, την αλχημεία, alchemy
- алчный στα ελληνικά - φιλάργυρος, ενθουσιώδης, άπληστος, κερδομανής, λαίμαργος, άπληστοι, άπληστους, ...
- алый στα ελληνικά - ροδαλός, κεράσι, κόκκινος, ρουμπίνι, κατακόκκινος, άλικος, Scarlet, ...
Τυχαίες λέξεις
Алчность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απληστία, φιλαργυρία, τσιγκουνιά, αρπακτικότητα, βουλιμία, απληστίας, την απληστία, η απληστία, πλεονεξία
Μεταφράσεις: απληστία, φιλαργυρία, τσιγκουνιά, αρπακτικότητα, βουλιμία, απληστίας, την απληστία, η απληστία, πλεονεξία