Τσιγκουνιά στα ρωσικά
Μετάφραση: τσιγκουνιά, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
прижимистость, скряжничество, жадность, алчность, скупость
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγκουνιά
τσιγκουνιά ψυχολογία, τσιγκουνιά και μιζέρια σε άντρα, συναισθηματική τσιγκουνιά, τσιγκουνιά συνώνυμα, ονειροκριτης τσιγκουνιά, τσιγκουνιά λεξικό γλώσσας ρωσικά, τσιγκουνιά στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- τσιγκλώ στα ρωσικά - толкать, лодырь, сунуться, совать, выскакивать, пихать, разузнавать, ...
- τσιγκουνεύομαι στα ρωσικά - предел, ущемление, граница, ограничение, экономить, скупиться, урезывать, ...
- τσιγκούνης στα ρωσικά - норовистый, пакостный, средство, богатство, скупой, плохой, худой, ...
- τσιλιαδόρος στα ρωσικά - караул, часовой, наблюдение, вид, перспектива, высматривать, быть осторожным, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιγκουνιά στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: прижимистость, скряжничество, жадность, алчность, скупость
Μεταφράσεις: прижимистость, скряжничество, жадность, алчность, скупость