Арбитр στα ελληνικά
Μετάφραση: арбитр, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κριτής, δικάζω, διαιτητής, διαιτητή, διαιτητή να, ο διαιτητής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- арбалет στα ελληνικά - βαλλίστρα, τόξο, crossbow, βαλλίστρας, βαλλιστρών
- арбалетчик στα ελληνικά - arbalester
- арбитраж στα ελληνικά - διαιτησία, διαιτησίας, διαιτησίας που, διαιτητικό, διαιτητική
- арбитражный στα ελληνικά - διαιτησία, διαιτησίας, διαιτησίας που, διαιτητικό, διαιτητική
Τυχαίες λέξεις
Арбитр στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κριτής, δικάζω, διαιτητής, διαιτητή, διαιτητή να, ο διαιτητής
Μεταφράσεις: κριτής, δικάζω, διαιτητής, διαιτητή, διαιτητή να, ο διαιτητής