Ахнуть στα ελληνικά
Μετάφραση: ахнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγκομαχώ, ασθμαίνω, λαχανιάζω, άσθμα, gasp, λαχανιάζουν, ξεφύσημα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ахиллес στα ελληνικά - Αχιλλεύς, Αχιλλέα, Αχιλλέας, ο Αχιλλέας, του Αχιλλέα
- ахинея στα ελληνικά - σκουπίδια, μωρολογώ, ανοησίες, ανοησία, τις ανοησίες, αηδίες, ανόητο
- аховый στα ελληνικά - χάλια, σαπρός, σαθρός, σαπισμένος, APB, ΑΡΒ, ΠΣΠ, ...
- ахроматический στα ελληνικά - αχρώματος, αχρωστικός, αχρωματικος, achromatic, αχρωματικούς
Τυχαίες λέξεις
Ахнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγκομαχώ, ασθμαίνω, λαχανιάζω, άσθμα, gasp, λαχανιάζουν, ξεφύσημα
Μεταφράσεις: αγκομαχώ, ασθμαίνω, λαχανιάζω, άσθμα, gasp, λαχανιάζουν, ξεφύσημα