Бабий στα ελληνικά
Μετάφραση: бабий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θηλυκός, γυναικείος, γυναίκας, της γυναίκας, γυναίκα, γυναικείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бабахнуть στα ελληνικά - βροντώ, κρότος, βρόντος, γδούπος, babahnut
- бабенка στα ελληνικά - Jane, Τζέιν, η Jane, τη Jane, της Jane
- бабка στα ελληνικά - βαβά, γιαγιά, υποκνήμιο ίππου, μεσοκύνιο, μετακάρπιο, ίππου
- бабник στα ελληνικά - μουρντάρης, γυναικάς, γυναικά, womanizer
Τυχαίες λέξεις
Бабий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θηλυκός, γυναικείος, γυναίκας, της γυναίκας, γυναίκα, γυναικείο
Μεταφράσεις: θηλυκός, γυναικείος, γυναίκας, της γυναίκας, γυναίκα, γυναικείο