Без στα ελληνικά
Μετάφραση: без, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνευ, χωρίς, πλην, χωρίς να, δεν, χωρίς την
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беженец στα ελληνικά - φυγάς, πρόσφυγας, φυγόδικος, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
- беженка στα ελληνικά - πρόσφυγας, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
- безаварийный στα ελληνικά - χωρίς προβλήματα, απροβλημάτιστη, απρόσκοπτη, την απρόσκοπτη, η απρόσκοπτη
- безалаберно στα ελληνικά - απρόσεκτα, απερίσκεπτα, απρόσεχτα, πλημμελή, ανέμελα
Τυχαίες λέξεις
Без στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνευ, χωρίς, πλην, χωρίς να, δεν, χωρίς την
Μεταφράσεις: άνευ, χωρίς, πλην, χωρίς να, δεν, χωρίς την