Берет στα ελληνικά

Μετάφραση: берет, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θήκη, τραγιάσκα, σκούφος, μπερές, μπερέ, beret, σκούφο
Берет στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беременная στα ελληνικά - έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
  • беременность στα ελληνικά - κυοφορία, εγκυμοσύνη, κύηση, εγκυμοσύνης, της εγκυμοσύνης, κύησης
  • берется στα ελληνικά - λαμβάνεται, λαμβάνονται, ληφθεί, ληφθούν, που
  • беречь στα ελληνικά - φύλακας, διατηρώ, βάζω, συντηρώ, κρύβομαι, κρατώ, χαρίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Берет στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θήκη, τραγιάσκα, σκούφος, μπερές, μπερέ, beret, σκούφο