Σκόπιμος στα αγγλικά
Μετάφραση: σκόπιμος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
purposeful, expedient, willful, intentional, desirable, deliberate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: σκόπιμος
wilful
- ξεροκέφαλος
- ισχυρογνώμων
- αυθαίρετος
- πείσμων
- πεισματάρης
- σκόπιμος
- ξεροκέφαλος
- ισχυρογνώμων
- αυθαίρετος
- πείσμων
- πεισματάρης
- σκόπιμος
- επιθυμητός
- ελκυστικός
- σκόπιμος
- κατάλληλος
- ωφέλιμος
- σκόπιμος
- σκόπιμος
- αποφασισμένος
- προμελετημένος
- σκόπιμος
- εσκεμμένος
- σκόπιμος
- εκ προθέσεως
- σκόπιμος
- επίτηδες
Σχετικές λέξεις: σκόπιμος
σκόπιμος english, σκόπιμος συνώνυμα, σκόπιμος λεξικό γλώσσας αγγλικά, σκόπιμος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- σκόντο στα αγγλικά - discount, skonto
- σκόπιμα στα αγγλικά - intentionally, deliberately, knowingly, purposefully, purposely
- σκόρδο στα αγγλικά - garlic, of garlic
- σκόρος στα αγγλικά - moth, moths, mite
Τυχαίες λέξεις
Σκόπιμος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: purposeful, expedient, willful, intentional, desirable, deliberate
Μεταφράσεις: purposeful, expedient, willful, intentional, desirable, deliberate