Бесправие στα ελληνικά

Μετάφραση: бесправие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απουσία, ανομία, ανομίας, την ανομία, παρανομίας, παρανομία
Бесправие στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспощадность στα ελληνικά - ασπλαχνιά, σκληρότητα, στυγνό χαρακτήρα, στυγνό, ασπλαχνία
  • беспощадный στα ελληνικά - ανελέητος, άγριος, άσπλαχνος, σκληρός, βάρβαρος, αδίστακτος, ανηλεής, ...
  • беспредельный στα ελληνικά - απεριόριστος, άπειρος, απεριόριστη, απεριόριστο, απεριόριστες, απεριόριστα
  • беспредметный στα ελληνικά - άσκοπος, αμυδρός, ακαθόριστος, ασαφής
Τυχαίες λέξεις
Бесправие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απουσία, ανομία, ανομίας, την ανομία, παρανομίας, παρανομία