Библейский στα ελληνικά
Μετάφραση: библейский, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βιβλικός, βιβλική, την βιβλική, βιβλικό, βιβλικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бешеный στα ελληνικά - φρενιτιώδης, τρελούτσικος, λωλός, μαινόμενος, λυσσαλέος, κουζουλός, άγριος, ...
- бзик στα ελληνικά - ιδιορρυθμία, καπρίτσιο, παραξενιά, μοναδικότητα, παραδοξότητα, αλλοκοτιά, παραδοξότης
- библиограф στα ελληνικά - βιβλιογράφος, βιβλιογράφου
- библиографический στα ελληνικά - βιβλιογραφική, βιβλιογραφικές, βιβλιογραφικά, βιβλιογραφικών, βιβλιογραφικής
Τυχαίες λέξεις
Библейский στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βιβλικός, βιβλική, την βιβλική, βιβλικό, βιβλικές
Μεταφράσεις: βιβλικός, βιβλική, την βιβλική, βιβλικό, βιβλικές