Λέξη: μηχανάκι
Σχετικές λέξεις: μηχανάκι
μηχανάκι ονειροκρίτης, μηχανάκι μεταχειρισμένο, μηχανάκι trolling quick power pirate, μηχανάκι ψαρέματος, μηχανάκι μέτρησης σακχάρου, μηχανάκι lifan sport 125, μηχανάκι με δίπλωμα αυτοκινήτου, μηχανάκι 50cc, μηχανάκι 50cc τιμές, μηχανάκι με τρεις ρόδες
Μεταφράσεις: μηχανάκι
μηχανάκι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
reel, motor bike, motorbike, bike, scooter, a motorbike
μηχανάκι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bobina, broca, carrete, moto, bici del motor, la bici del motor, bicicleta de motor, bici del motor de
μηχανάκι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
spule, rotieren, rolle, bandspule, Motorrad, Bewegungsfahrrad
μηχανάκι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bobine, rouleau, enrouler, tournoyer, dévider, embobiner, rôle, chanceler, moto, moto à
μηχανάκι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rotolo, bobina, rocchetto, moto, bicicletta a motore, bici del motore, motocicletta, della bici del motore
μηχανάκι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
carrinho, bobinar, vacilar, carretel, recife, bobina, bicicleta do motor, bicicleta de motor, bicicleta a motor, motor bike, motor bicicleta
μηχανάκι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bobine, klos, motor, motorfiets, brommer, de motorfiets, een motorfiets
μηχανάκι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пошатнуться, наматывать, вихрь, колебание, кабестан, кружиться, шатание, кассета, рулетка, перемотать, спотыкаться, мотовило, дрогнуть, вихлять, рил, катушка, мотоцикл, мотоцикле
μηχανάκι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
spole, motor, motoren
μηχανάκι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spole, motorcykel, motor cykel, motorisk cykel, motor bike, moped
μηχανάκι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kela, hoippua, kompuroida, lankarulla, horjahdella, kelastaa, käämi, moottoripyörä, moottori pyörä, Motor Bike, moottoripyörän, moottoripyörällä
μηχανάκι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
spole, trisse, motorcykel, motor cykel, motor bike, motordrevne cykel, motordrevet cykel
μηχανάκι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
cívka, kotouč, vrávorat, odvíjet, namotávat, svitek, vířit, špulka, navíjet, Motor Bike, motocykl, kole Motor
μηχανάκι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zataczać, motowidło, motać, szpula, zataczanie, kręcić, zakołysać, szpulka, zwój, nawijać, cewka, motor, motocyklowym, motor bike, silnikowych rowerów, Łódź motor
μηχανάκι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tekercs, tántorgás, motor Bike, motorkerékpár, motort, motort az, motoros bike
μηχανάκι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bobin, makara, motorlu bisiklet, Motor Bike, bir motorlu bisiklet, motor bisikleti, motor kiralama
μηχανάκι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
димний, паруючий, закопчений, мотоцикл
μηχανάκι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
biçikletë, me biçikletë, bike, biçikletë e, biçikletë të
μηχανάκι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рулетка, мотор, на мотор
μηχανάκι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
матацыкл
μηχανάκι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rull, haspel, pool, mootoriga bike, motor Bike, mootorsõidukite bike
μηχανάκι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kotur, govoriti, oklijevanje, motor Bike
μηχανάκι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Motor Bike
μηχανάκι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ritė, Motor Bike, transporto nuoma, motociklas
μηχανάκι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
spole, rullītis, rullis, motocikls, motor Bike, motociklu, sacīkšu motocikla, uz sacīkšu motocikla
μηχανάκι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
моторни велосипед
μηχανάκι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bobină, biciclete cu motor, motocicleta, motociclete, bicicleta cu motor, de motorete
μηχανάκι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
motat, motorno, motornih, Motor, motorja, motorna
μηχανάκι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
motať, motor, motora