Благовидный στα ελληνικά
Μετάφραση: благовидный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αληθοφανής, εύσχημος, καθωσπρέπει, σωστός, ευπρεπής, πρέπων, απατηλός, προσχηματικοί, ευρύχωρο, αληθοφανές, αληθοφανή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благовещение στα ελληνικά - Ευαγγελισμός, Ευαγγελισμού, Ευαγγελισμό, Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, Ευαγγελισμός της Θεοτόκου
- благовидность στα ελληνικά - αληθοφάνεια, αληθοφάνειας, εύλογο, ευλογοφάνεια, λογικότητας
- благоволение στα ελληνικά - φιλανθρωπία, καλοσύνη, φήμη και πελατεία, πελατεία, υπεραξία, καλής θέλησης, η υπεραξία
- благоволить στα ελληνικά - είμαι, χάρη, ευνοώ, διανύω, βρίσκομαι, ρουσφέτι, εύνοια, ...
Τυχαίες λέξεις
Благовидный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αληθοφανής, εύσχημος, καθωσπρέπει, σωστός, ευπρεπής, πρέπων, απατηλός, προσχηματικοί, ευρύχωρο, αληθοφανές, αληθοφανή
Μεταφράσεις: αληθοφανής, εύσχημος, καθωσπρέπει, σωστός, ευπρεπής, πρέπων, απατηλός, προσχηματικοί, ευρύχωρο, αληθοφανές, αληθοφανή