Бондарить στα ελληνικά

Μετάφραση: бондарить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαγενάς, βαρελάς, Bondar, Bondar θα
Бондарить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бонанца στα ελληνικά - εύρημα, Bonanza, φλέβα, χρυσωρυχείο, φλέβας
  • бонвиван στα ελληνικά - bon, άνθρακα, του άνθρακα, Μπον, οι Bon
  • бондарня στα ελληνικά - βαρελοποίια, βαρελοποιείο, βαρελάδικα, βαρελοποιία, βαρελοποιίας
  • бондарь στα ελληνικά - βαρελάς, βαγενάς, βαρελοποιός, Cooper, χαλκό, Κούπερ
Τυχαίες λέξεις
Бондарить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαγενάς, βαρελάς, Bondar, Bondar θα