Ботинок στα ελληνικά
Μετάφραση: ботинок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεταλώνω, παπούτσι, μπότα, παντόφλα, παπουτσιών, υποδημάτων, παπουτσιού, υποδήματος
Μεταφράσεις
- ботва στα ελληνικά - κορυφή, αποθερίδια, υπολειμμάτων θερισμού, φυλλώματος, καταστροφείς υπολειμμάτων θερισμού και, υπολειμμάτων θερισμού και
- ботинки στα ελληνικά - μπότες, τις μπότες, υποδήματα, οι μπότες, μποτών
- ботсвана στα ελληνικά - Μποτσουάνα, Μποτσουάνας, τη Μποτσουάνα, η Μποτσουάνα, της Μποτσουάνα
- ботулизм στα ελληνικά - αλλαντίαση, αλλαντίασης, Η αλλαντίαση, την αλλαντίαση, της αλλαντίασης
Τυχαίες λέξεις
Ботинок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεταλώνω, παπούτσι, μπότα, παντόφλα, παπουτσιών, υποδημάτων, παπουτσιού, υποδήματος
Μεταφράσεις: πεταλώνω, παπούτσι, μπότα, παντόφλα, παπουτσιών, υποδημάτων, παπουτσιού, υποδήματος