Бра στα ελληνικά
Μετάφραση: бра, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγκύλη, απλίκα, sconce, απλίκες, κηροστάτης τοίχου, οχύρωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- боящийся στα ελληνικά - φοβισμένος, φοβούνται, φοβάται, φοβάστε, φοβόμαστε
- боёк στα ελληνικά - σφαίρα, απεργός, συμπαίκτη του, τον συμπαίκτη, συμπαίκτη, τον συμπαίκτη του
- бравада στα ελληνικά - λεονταρισμοί, παλικαρισμός, νταηλίκι, Bravado, τα Bravado, παλικαριά, ψευτοπαλλικαριά
- бравировать στα ελληνικά - αντιστέκομαι, γενναίος, αψηφώ, προκαλώ, αψηφούν, αψηφά, αψηφήσουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Бра στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγκύλη, απλίκα, sconce, απλίκες, κηροστάτης τοίχου, οχύρωμα
Μεταφράσεις: αγκύλη, απλίκα, sconce, απλίκες, κηροστάτης τοίχου, οχύρωμα