Вероятие στα ελληνικά
Μετάφραση: вероятие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιθανότητα, κίνδυνος, κινδύνου, πιθανότητας, ενδεχόμενο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- веротерпимость στα ελληνικά - ανεκτικότητα, ανοχή, την ανοχή, η ανοχή, ανοχή έναντι
- вероучение στα ελληνικά - πίστη, θρήσκευμα, δόγμα, θρησκείας, το θρήσκευμα
- вероятно στα ελληνικά - αναμφίβολος, πιθανά, φαινομενικά, πιθανόν, μάλλον, πιθανότατα, πιθανότερο, ...
- вероятностный στα ελληνικά - πιθανολογική, πιθανοτική, πιθανοτικών, πιθανοτικές, πιθανολογικές
Τυχαίες λέξεις
Вероятие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιθανότητα, κίνδυνος, κινδύνου, πιθανότητας, ενδεχόμενο
Μεταφράσεις: πιθανότητα, κίνδυνος, κινδύνου, πιθανότητας, ενδεχόμενο