Ветрило στα ελληνικά
Μετάφραση: ветрило, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανί, πλέω, καμβάς, ιστίο, ιστίου, πανιά, πανιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ветреность στα ελληνικά - επιπολαιότητα, ελαφρότητα, την ελαφρότητα, ελαφρότητας, ανύψωσης του
- ветреный στα ελληνικά - επιπόλαιος, ελαφρόμυαλος, ανεμώδης, θορυβώδης, αέρα ή κακή ορατότητα, θυελλώδεις, θυελλώδη, ...
- ветровал στα ελληνικά - αναπάντεχη τύχη, απροσδόκητο καλό, απροσδόκητα, καταιγίδες, απροσμενα δωρα
- ветрогонный στα ελληνικά - διαλύων τα αέρια του στομάχου, διαλύων τα αέρια, διαλύων τα αέρια του, carminative, άφυσο
Τυχαίες λέξεις
Ветрило στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανί, πλέω, καμβάς, ιστίο, ιστίου, πανιά, πανιού
Μεταφράσεις: πανί, πλέω, καμβάς, ιστίο, ιστίου, πανιά, πανιού