Воздушность στα ελληνικά
Μετάφραση: воздушность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευχέρεια, καταπραΰνω, ευκολία, άνεση, φαιδρότητα, ελαφρότητα, αιθέρια αίσθηση, ευάερα, ευάερο
Μεταφράσεις
- воздушно στα ελληνικά - φαιδρώς, αέρινο
- воздушно-десантный στα ελληνικά - αερομεταφερόμενος, αερομεταφερόμενα, εναέρια, αερομεταφερόμενη, αερομεταφερόμενων, αερόφερτου
- воздушный στα ελληνικά - ευάερος, κεραία, αέρας, αέρα, του αέρα, αεροπορικών, αέρος
- воззвание στα ελληνικά - τραβώ, έφεση, κήρυξη, εξαγγελία, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, ...
Τυχαίες λέξεις
Воздушность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευχέρεια, καταπραΰνω, ευκολία, άνεση, φαιδρότητα, ελαφρότητα, αιθέρια αίσθηση, ευάερα, ευάερο
Μεταφράσεις: ευχέρεια, καταπραΰνω, ευκολία, άνεση, φαιδρότητα, ελαφρότητα, αιθέρια αίσθηση, ευάερα, ευάερο