Воспевать στα ελληνικά

Μετάφραση: воспевать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκθειάζω, έπαινος, τραγουδώ, άσμα, ψαλμωδία, άσματος, ασμάτων, σύνθημα
Воспевать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • воспалять στα ελληνικά - ερεθίζω, φλογίζω, φλέγω, φλογίσει, αναζωπύρωση
  • воспаляться στα ελληνικά - αρμόζω, παίρνω, γίνομαι, αποκτώ, ερεθίζω, φλογίζω, φλέγω, ...
  • воспеть στα ελληνικά - τραγουδώ, τραγουδούν, τραγουδήσει, τραγουδήσουν, τραγουδήσω
  • воспитание στα ελληνικά - μόρφωση, προπόνηση, εκπαίδευση, ανατροφή, διενέργεια, προπονούμενος, τρέφω, ...
Τυχαίες λέξεις
Воспевать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκθειάζω, έπαινος, τραγουδώ, άσμα, ψαλμωδία, άσματος, ασμάτων, σύνθημα