Восхитительный στα ελληνικά
Μετάφραση: восхитительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αίθριος, απίθανος, ψιλή, ένδοξος, πρόστιμο, μεγάλος, τερπνός, νόστιμος, υπέροχος, θαυμάσιος, ωραίος, απολαυστικός, άριστος, έξοχος, καταπληκτικός, εξαίσιος, ευχάριστο, απολαυστικό, ευχάριστη, όμορφη, υπέροχο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- восхвалить στα ελληνικά - έπαινος, εκθειάζω, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
- восхвалять στα ελληνικά - εκθειάζω, μεγαλοποιώ, έπαινος, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
- восхитить στα ελληνικά - κατάσχω, αιχμαλωσία, εισβάλλω, αιχμαλωτίζω, αρπάζω, χαρά, εντρυφώ, ...
- восхититься στα ελληνικά - θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
Τυχαίες λέξεις
Восхитительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αίθριος, απίθανος, ψιλή, ένδοξος, πρόστιμο, μεγάλος, τερπνός, νόστιμος, υπέροχος, θαυμάσιος, ωραίος, απολαυστικός, άριστος, έξοχος, καταπληκτικός, εξαίσιος, ευχάριστο, απολαυστικό, ευχάριστη, όμορφη, υπέροχο
Μεταφράσεις: αίθριος, απίθανος, ψιλή, ένδοξος, πρόστιμο, μεγάλος, τερπνός, νόστιμος, υπέροχος, θαυμάσιος, ωραίος, απολαυστικός, άριστος, έξοχος, καταπληκτικός, εξαίσιος, ευχάριστο, απολαυστικό, ευχάριστη, όμορφη, υπέροχο