Вскоре στα ελληνικά

Μετάφραση: вскоре, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομος, μακρύς, σύντομα, μεγάλος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Вскоре στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • всколыхнуться στα ελληνικά - κουνώ, κινούμαι, κινώ, αναδεύω, πέτρα, ανακατεύω, λικνίζω, ...
  • вскользь στα ελληνικά - ανέμελα, αδιάφορα, επιπόλαια, άνετα, τυχαία
  • вскормить στα ελληνικά - σηκώνω, αναστηλώνω, υψώνω, ανατρέφω, καλλιεργώ, τρέφω, θρέφουν, ...
  • вскочить στα ελληνικά - πηδώ, άλμα, μεταβείτε, πηδούν, πηδήξει, πηδήσει
Τυχαίες λέξεις
Вскоре στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομος, μακρύς, σύντομα, μεγάλος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα